καλαμιώνας


καλαμιώνας
Προφορά

Ετυμολογία
καλαμιώνας μεσαιωνική ελληνική καλαμεών

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο καλαμιώνας

✦ έκταση φυτεμένη με καλάμια: παίζει τ’ αγέρι του Μαγιού μέσα στον καλαμιώνα (Αρ. Βαλαωρίτης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.