κακοφτιαγμένος


κακοφτιαγμένος
Προφορά

Ετυμολογία
κακοφτιαγμένος μτχ. του ρήματος κακοφτιάχνω

Ερμηνεία
κακοφτιαγμένος

✦ -η, -ο μτχ. ως επίθ. άσχημα φτιαγμένος, ελαττωματικός
✦ (για πρόσ.) που έχει κακή σωματική διάπλαση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.