κακοκεφαλιά


κακοκεφαλιά
Προφορά

Ετυμολογία
κακοκεφαλιά κακοκέφαλος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η κακοκεφαλιά

✦ ανόητη πράξη, αστοχασιά: πληρώνει τις κακοκεφαλιές του γιου του

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.