καθιέρωση


καθιέρωση
Προφορά

Ετυμολογία
καθιέρωση αρχαία ελληνική καθιέρωσις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η καθιέρωση

✦ αφιέρωση και ειδ. η εγκαινίαση ναού
✦ θέσπιση
✦ επιβολή συνήθειας
✦ επιβολή στην κοινή συνείδηση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.