κίκι


κίκι
Προφορά

Ετυμολογία
κίκι αρχαία ελληνική κίκι

Ερμηνεία
κίκι

✦ είδος φυτού, θάμνος δενδρώδης από τους καρπούς του οποίου με έκθλιψη παράγεται το ρετσινόλαδο, ρίκινος, κρότων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.