ιχνεύω


ιχνεύω
Προφορά

Ετυμολογία
ιχνεύω αρχαία ελληνική ἰχνεύω

Ερμηνεία
ρήμα ιχνεύω

✦ ιχνηλατώ, ερευνώ επίμονα: τα ουράνια βύθη ιχνεύοντας ορθρίζει νοσταλγικά η ματιά μου (Απ. Μαμμέλης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.