ιχθυογενετικός


ιχθυογενετικός
Προφορά

Ετυμολογία
ιχθυογενετικός ιχθύς + γενετικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ ιχθυογενετικός -ή, -ό

✦ ο σχετικός με τη γέννηση των ψαριών
✦ ιχθυογενετικός σταθμός, επιστημονικό ίδρυμα με αποστολή τον εγκλιματισμό και την παραγωγή κάθε είδους ψαριών για τον εμπλουτισμό ιχθυοτροφείων, ποταμών και λιμνών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.