ισόπαλος
Προφορά
Ετυμολογία
ισόπαλος μεταγενέστερη ελληνική ἰσόπαλος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ισόπαλος -η, -ο
✦ ο ισοδύναμος σε αγώνα: οι ομάδες αναδείχτηκαν ισόπαλες
✦ (για αγώνα) που λήγει χωρίς να αναδειχθεί νικητής
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–