ισχύω


ισχύω
Προφορά

Ετυμολογία
ισχύω αρχαία ελληνική ἰσχύω

Ερμηνεία
ρήμα ισχύω

✦ είμαι ισχυρός, επιβάλλομαι, ασκώ επιρροή
✦ κατορθώνω, μπορώ: η προσπάθειά του δεν ίσχυσε ώστε να επιτευχθεί το ποθούμενο αποτέλεσμα
✦ έχω πρακτικό ή νομικό κύρος: η συμφωνία μας εξακολουθεί να ισχύει

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.