ιριδιστός


ιριδιστός
Προφορά

Ετυμολογία
ιριδιστός ιριδίζω

Ερμηνεία
επίθετο┘ ιριδιστός -ή, -ό

✦ αυτός που εμφανίζει τα χρώματα της ίριδας, που κάνει ιριδισμούς: ιριδιστές αχτίδες του καινούριου ήλιου (Άγγ. Τερζάκης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.