ιντερμέδιο


ιντερμέδιο
Προφορά

Ετυμολογία
ιντερμέδιο └λατιν┘ intermedium

Ερμηνεία
ιντερμέδιο

✦ (ιταλική intermézzo) αυτοτελές κομμάτι που παρεμβάλλεται ανάμεσα στις πράξεις θεατρικού ή στα μέρη μουσικού έργου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.