ινσουλίνη


ινσουλίνη
Προφορά

Ετυμολογία
ινσουλίνη └γαλλ┘ insuline

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ινσουλίνη

✦ ορμόνη που παράγεται στο πάγκρεας και χρησιμεύει ως φάρμακο αντιδιαβητικό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.