ικέτισσα Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply ικέτισσαΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/3/ικέτισσα.mp3Ετυμολογίαικέτισσα αρχαία ελληνική ἱκέτης Ερμηνείαουσιαστικό└αρσενικό┘ ο ικέτισσα ✦ θηλ. ικέτισσα (Κ -τις, -ιδος) πρόσωπο που ζητάει βοήθεια ή προστασία ✦ που θερμοπαρακαλεί Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–