ιθύνω
Προφορά
Ετυμολογία
ιθύνω αρχαία ελληνική ἰθύνω
Ερμηνεία
└ρήμα┘ ιθύνω
✦ κατευθύνω: ο ναύτης με μόχθους ιθύνων το σκάφος (Σπ. Βασιλειάδης) – είναι ο ιθύνων νους της επιχειρήσεως
✦ κυβερνώ: η ιθύνουσα τάξη
✦ η μτχ. ιθύνοντες ως ουσ., οι κρατούντες, τα πρόσωπα που ρυθμίζουν την τύχη μιας χώρας ή ενός οργανισμού
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–