ιεροσφυϊκός


ιεροσφυϊκός
Προφορά

Ετυμολογία
ιεροσφυϊκός ιερός + οσφυϊκός

Ερμηνεία
επίθετο┘ ιεροσφυϊκός -ή, -ό

✦ αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο ιερό οστό και την οσφύν, τη μέση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.