ιερολοχίτης


ιερολοχίτης
Προφορά

Ετυμολογία
ιερολοχίτης ιερός + λόχος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ιερολοχίτης

✦ αυτός που ανήκει σε ιερό λόχο, μέλος ιερού λόχου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.