ιερεμιάδα
Προφορά
Ετυμολογία
ιερεμιάδα └γαλλ┘ Jérémiade
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η ιερεμιάδα
✦ θρηνολογία του προφήτη Ιερεμία
✦ (μτφ. ) απαισιόδοξη, μεμψίμοιρη περιγραφή μιας καταστάσεως: με τις πρώτες δυσκολίες που θα συναντήσει, αρχίζει τις ιερεμιάδες
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–