ιδεόγλωσσα
Προφορά
Ετυμολογία
ιδεόγλωσσα ιδέα + γλώσσα
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η ιδεόγλωσσα
✦ τεχνητή γλώσσα για τη συνεννόηση των διανοουμένων διαφόρων εθνικοτήτων, που προσπάθησαν, χωρίς επιτυχία, να πλάσουν λόγιοι και φιλόσοφοι διαφόρων εποχών: οι πρώτες απόπειρες για τη δημιουργία ιδεόγλωσσας τοποθετούνται στον Πλάτωνα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–