ιδεολόγημα


ιδεολόγημα
Προφορά

Ετυμολογία
ιδεολόγημα ιδέα + λέγω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το ιδεολόγημα

✦ ιδέα ή άποψη που επινοείται για να υποστηρίξει θέσεις ή ενέργειες κάποιου: αν αποτελεί ιδεολόγημα της συντήρησης η πεποίθηση ότι τα αρχαία ελληνικά αποτελούν την κιβωτό της εθνικής μας παράδοσης, άλλο τόσο ιδεολόγημα είναι η άποψη ότι τα αρχαία ελληνικά είναι χωρίς χρησιμότητα (Νάσος Βαγενάς)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.