ιδεαλιστικός


ιδεαλιστικός
Προφορά

Ετυμολογία
ιδεαλιστικός ιδεαλιστής

Ερμηνεία
επίθετο┘ ιδεαλιστικός -ή, -ό

✦ ο σχετικός με τον ιδεαλισμό ή τον ιδεαλιστή: ιδεαλιστική αντίληψη

Συνώνυμα

Αντίθετα
ρεαλιστικός
Επιρρήματα
ιδεαλιστικά (Κ ιδεαλιστικώς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.