θρύλος
Προφορά
Ετυμολογία
θρύλος αρχαία ελληνική θρῦλος
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο θρύλος
✦ προφορική παράδοση από γενιά σε γενιά, μύθος
✦ αβέβαιη φήμη
✦ για πρόσωπο ή πράγμα, που είναι ονομαστός για τις επιδόσεις του
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–