θρυλώ


θρυλώ
Προφορά

Ετυμολογία
θρυλώ αρχαία ελληνική θρυλέω-ῶ

Ερμηνεία
ρήμα θρυλώ -είς, -εί

✦ φλυαρώ, πολυλογώ: μια ελεγεία εθρύλει (Απ. Μελαχρινός)
✦ διαδίδω
✦ (μέσ. απρόσ.) θρυλείται, φημολογείται, λέγεται χωρίς βεβαιότητα
✦ φρ. κατά τα θρυλούμενα, σύμφωνα με όσα διαδίδονται

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.