θραυστήρας


θραυστήρας
Προφορά

Ετυμολογία
θραυστήρας θραύω

Ερμηνεία
θραυστήρας

✦ (Κ θραυστήρ, -ήρος) μηχανή για θραύση σκληρών αντικειμένων, ιδ. μεταλλικών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.