θειούχος


θειούχος
Προφορά

Ετυμολογία
θειούχος θείον + έχω

Ερμηνεία
επίθετο┘ θειούχος -α, -ο

✦ που περιέχει θείο, θειάφι: θειούχες ενώσεις – θειούχα νερά

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.