θαλασσοφίλητος
Προφορά
Ετυμολογία
θαλασσοφίλητος θάλασσα + φιλώ
Ερμηνεία
└επίθετο┘ θαλασσοφίλητος -η, -ο
✦ που βρέχεται, στο μεγαλύτερο μέρος του, από θάλασσα: δακρυσμένο πουλί στην Κύπρο τη θαλασσοφίλητη (Γ. Σεφέρης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–