ηττοπάθεια


ηττοπάθεια
Προφορά

Ετυμολογία
ηττοπάθεια ηττοπαθής

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ηττοπάθεια

✦ παθολογικός φόβος για επικείμενη ήττα ή αποτυχία

Συνώνυμα
ντεφετισμός
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.