ημιπληγία


ημιπληγία
Προφορά

Ετυμολογία
ημιπληγία ημι- + πλήττω (= χτυπώ)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ημιπληγία

✦ παράλυση του ενός ημιμορίου του σώματος προκαλούμενη από βλάβη νεύρων του εγκεφάλου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.