ημικρανία


ημικρανία
Προφορά

Ετυμολογία
ημικρανία μεταγενέστερη ελληνική ἡμικρανία

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ημικρανία

✦ πόνος εντοπισμένος στο ένα ημιμόριο του κεφαλιού

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.