ημιαργία


ημιαργία
Προφορά

Ετυμολογία
ημιαργία ημι- + αργία

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ημιαργία

✦ εργάσιμη ημέρα με μειωμένο ωράριο εργασίας εξαιτίας γιορτής ή επετείου, χωρίς αντίστοιχη μείωση της αμοιβής

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.