ημίθεος
Προφορά
Ετυμολογία
ημίθεος αρχαία ελληνική ἡμίθεος
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο ημίθεος
✦ ήρωας του οποίου ο ένας από τους γονείς ήταν θεός
✦ (μτφ. ) έξοχος άντρας, με υπερφυσικές ικανότητες ή εκθαμβωτικά ωραίος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–