ηλιόπληκτος


ηλιόπληκτος
Προφορά

Ετυμολογία
ηλιόπληκτος ήλιος + πλήττω

Ερμηνεία
επίθετο┘ ηλιόπληκτος -η, -ο

✦ ο προσβλημένος από ηλίαση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.