ηθικολόγος


ηθικολόγος
Προφορά

Ετυμολογία
ηθικολόγος ηθικός + λέγω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό ή θηλυκό┘ ο, η ηθικολόγος

✦ πρόσωπο που αρέσκεται να μιλά για ηθική, να δογματίζει για ηθικές ή ανήθικες πράξεις

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.