ζυγαριά


ζυγαριά
Προφορά

Ετυμολογία
ζυγαριά ζυγάριον, υποκοριστικό του αρχαίου ελληνικού ζυγός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ζυγαριά

✦ όργανο για τη μέτρηση του βάρους, πλάστιγγα, ζυγός

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.