ζιβάγκο


ζιβάγκο
Προφορά

Ετυμολογία
ζιβάγκο └αγγλ┘Zhivago (τίτλος κινημ. έργου)

Ερμηνεία
ζιβάγκο

✦ άκλ. η λ. για το γυριστό γιακά που εφάπτεται στο λαιμό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.