εύπλαστος
Προφορά
Ετυμολογία
εύπλαστος αρχαία ελληνική ε/õπλαστος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ εύπλαστος -η, -ο
✦ που εύκολα πλάθεται: εύπλαστο υλικό
✦ που εύκολα διαπαιδαγωγείται: εύπλαστη ψυχή
✦ που έχει καλή διάπλαση, αρμονικός, σύμμετρος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
δύσπλαστος
Επιρρήματα
–