εφυαλωτός


εφυαλωτός
Προφορά

Ετυμολογία
εφυαλωτός εφυαλώνω

Ερμηνεία
επίθετο┘ εφυαλωτός -ή, -ό

✦ επιχρισμένος με υαλώδες επίχρισμα, εφυαλωμένος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.