εφεδρικός


εφεδρικός
Προφορά

Ετυμολογία
εφεδρικός έφεδρος

Ερμηνεία
επίθετο┘ εφεδρικός -ή, -ό

✦ ο διαθέσιμος για τη χρησιμοποίηση σε ώρα ανάγκης: εφεδρικές δυνάμεις

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
εφεδρικά (Κ εφεδρικώς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.