ευφραίνω


ευφραίνω
Προφορά

Ετυμολογία
ευφραίνω αρχαία ελληνική εὐφραίνω

Ερμηνεία
ρήμα ευφραίνω

✦ προξενώ έντονη ευχαρίστηση, χαροποιώ
✦ ευφραίνομαι, ευχαριστιέμαι, τέρπομαι: σαν τη στείρα γραία… που ευφράνθη στα γεράματά της (Αλ. Παπαδιαμάντης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.