ευτροφισμός


ευτροφισμός
Προφορά

Ετυμολογία
ευτροφισμός ευτροφία

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ευτροφισμός

✦ η υπερανάπτυξη της χλωρίδας ενός υδάτινου οικοσυστήματος εξαιτίας της απόρριψης σ’ αυτό οργανικών απορριμμάτων (λιπάσματα κτλ.) σε μεγάλες ποσότητες, με συνέπεια την μεγαλύτερη κατανάλωση οξυγόνου που καθιστά αδύνατη την ανάπτυξη υδρόβιων ζώων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.