ευρωπαϊκός


ευρωπαϊκός
Προφορά

Ετυμολογία
ευρωπαϊκός Ευρώπη

Ερμηνεία
επίθετο┘ ευρωπαϊκός -ή, -ό

✦ που ανήκει ή αναφέρεται στην Ευρώπη ή τους Ευρωπαίους
✦ (ειδ.) ο από τη δυτική Ευρώπη: ευρωπαϊκή μόδα
✦ Ευρωπαϊκή νομισματική μονάδα ( E.C.U. = European Currency Unit) θεωρητικό νόμισμα της Ε.Ε. στη διαμόρφωση της αξίας του οποίου συμμετέχουν τα εθνικά νομίσματα των κρατών μελών ανάλογα με το ειδικό βάρος του καθενός και κατά ποσοστό που καθορίζεται περιοδικώς από τα αρμόδια όργανα της Ε.Ε

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.