ευλύγιστος


ευλύγιστος
Προφορά

Ετυμολογία
ευλύγιστος ευ + λυγίζω

Ερμηνεία
επίθετο┘ ευλύγιστος -η, -ο

✦ εύκαμπτος, λυγερός
(μτφ. ) ασταθής

Συνώνυμα

Αντίθετα
αλύγιστος, δύσκαμπτος
Επιρρήματα
ευλύγιστα (Κ ευλυγίστως)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.