ευκολοδιάβαστος


ευκολοδιάβαστος
Προφορά

Ετυμολογία
ευκολοδιάβαστος εύκολος + διαβάζω

Ερμηνεία
επίθετο┘ ευκολοδιάβαστος -η, -ο

✦ που διαβάζεται εύκολα

Συνώνυμα
ευανάγνωστος
Αντίθετα
δυσκολοδιάβαστος, δυσανάγνωστος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.