ευγενής
Προφορά
Ετυμολογία
ευγενής αρχαία ελληνική εὐγενής
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ευγενής -ής, -ές
✦ ο καταγόμενος από διακεκριμένο γένος, αριστοκράτης
✦ ο διαπνεόμενος από υψηλά αισθήματα
✦ ο λεπτός στους τρόπους, ευγενικός
✦ ευγενή μέταλλα, τα πολύτιμα (χρυσάφι, ασήμι, πλατίνα)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
αγενής
Επιρρήματα
–