ευαλλοίωτος


ευαλλοίωτος
Προφορά

Ετυμολογία
ευαλλοίωτος ευ + αλλοιόω -ώ

Ερμηνεία
επίθετο┘ ευαλλοίωτος -η, -ο

✦ αυτός που αλλοιώνεται εύκολα, που εύκολα υφίσταται μεταβολή στη φύση, τη μορφή, τις ιδιότητες ή τα συστατικά

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.