ερμητικός
Προφορά
Ετυμολογία
ερμητικός └λατιν┘ hermeticus
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ερμητικός -ή, -ό
✦ αδιαπέραστος, στεγανός
✦ απόκρυφος, δυσερμήνευτος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
ερμητικά (Κ ερμητικώς):και τώρα κλείστε ερμητικά τις θύρες (Μ. Πολυδούρη)