ερίφισσα


ερίφισσα
Προφορά

Ετυμολογία
ερίφισσα └τουρκ┘herif

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ερίφισσα

✦ θηλ. ερίφισσα ο ανόητος, ο κακομοίρης που θέλει να φαίνεται έξυπνος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.