επωδικός


επωδικός
Προφορά

Ετυμολογία
επωδικός μεταγενέστερη ελληνική ἐπωδικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ επωδικός -ή, -ό

✦ που ανήκει ή αναφέρεται στην επωδό, που συντίθεται σε μορφή επωδού
✦ επωδική σύνθεση, απλούστατος στροφικός τύπος κατά τον οποίο έναν μακρότερο στίχο ακολουθεί άλλος βραχύτερος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.