εποικοδόμημα


εποικοδόμημα
Προφορά

Ετυμολογία
εποικοδόμημα εποικοδομώ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το εποικοδόμημα

✦ οικοδομή πάνω σε άλλη προϋπάρχουσα
(μτφ. ) το σύνολο των θεσμών, ιδεών και πολιτιστικών εκφράσεων μιας κοινωνίας (σε αντίθεση προς την υλική ή οικονομική βάση της κοινωνίας αυτής)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.