επισώρευση
Προφορά
Ετυμολογία
επισώρευση μεταγενέστερη ελληνική ἐπισώρευσις
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η επισώρευση
✦ συσσώρευση: δύσκολο θα είναι το έργο της νέας κυβερνήσεως με την επισώρευση τόσων προβλημάτων
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–