επιστολιμαίος


επιστολιμαίος
Προφορά

Ετυμολογία
επιστολιμαίος μεταγενέστερη ελληνική ἐπιστολιμαῖος

Ερμηνεία
επίθετο┘ επιστολιμαίος -α, -ο

✦ αυτός που έχει μορφή ή διατύπωση επιστολής

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
επιστολιμαίως

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.